Βελλεροφόντης

Βελλεροφόντης
Βελλεροφόντης
Grammatical information: m.
Meaning: Name of an Argive heros (Ζ 155 usw.).
Origin: XX [etym. unknown]
Etymology: In antiquity interpreted as "killer of Belleros", which is no doubt phantasy (Malten, Hermes 79, 10ff.). Improbable Heubeck, Beitr. z.Namenforschung 5, 25ff; Bonfante Riv. di Filologia 97(1969)188.

Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό). . 2010.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Βελλεροφόντης — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βελλεροφόντης ή Βελλεροφών — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Ποσειδώνα, είχε θνητό πατέρα τον Γλαύκο, γιο του βασιλιά της Κορίνθου Σίσυφου, και μητέρα την Ευρυνόμη. Η ζωή του διαταράχτηκε από τη στιγμή που σκότωσε, άθελά του, στην Κόρινθο τον Βέλλερο (από αυτό πίστευαν πως… …   Dictionary of Greek

  • Βελλεροφόντης — ο ήρωας της μυθολογίας που σκότωσε τη Χίμαιρα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Βελλεροφόντη — Βελλεροφόντης masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βελλεροφόντην — Βελλεροφόντης masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βελλεροφόντου — Βελλεροφόντης masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βελλεροφόντῃ — Βελλεροφόντης masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βελλεροφόντα — Βελλεροφόντᾱ , Βελλεροφόντης masc nom/voc/acc dual Βελλεροφόντης masc voc sg Βελλεροφόντᾱ , Βελλεροφόντης masc gen sg (doric aeolic) Βελλεροφόντης masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Liste griechischer Phrasen/Beta — Beta Inhaltsverzeichnis 1 Βάλανε το λύκο να φυλάει τα πρόβατα …   Deutsch Wikipedia

  • BELLEROPHON — Glauci, Regis Ephyrae, fil. cuius formâ capta Sthenoboea, Proeti, Argivorum Regis uxor, de stupro eum interpellavit, cumque se praeter opinionem repulsam videret, aegre id ferens, innocentem hospitem apud vitum detulit, tamquam sibi vim inferre… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”